Οξυδερκής στα αγγλικά

Μετάφραση: οξυδερκής, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sharp, keen, acute, perceptive, perspicacious, statesmanlike, farsighted, discriminating
Οξυδερκής στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: οξυδερκής

farsighted
  • οξυδερκής
  • οξυκερδής
  • προνοητικός
  • πρεσβυώπας
perceptive
  • οξυδερκής
  • αντιληπτικός
longsighted
  • οξυδερκής
  • πρεσβυώπας
  • προνοητικός
  • οξυκερδής
clear-sighted
  • οξυδερκής
perspicacious
  • οξυδερκής
  • διορατικός
statesmanlike
  • οξυδερκής
discriminating
  • διαφορικός
  • οξυδερκής
  • δυνάμενος να διακρίνει
  • λεπτολόγος

Σχετικές λέξεις: οξυδερκής

οξυδερκής συνώνυμο, οξυδερκης συνώνυμο, οξυδερκής ετυμολογία, οξυδερκής σημασια, οξυδερκής ορισμος, οξυδερκής λεξικό γλώσσας αγγλικά, οξυδερκής στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • οξυγόνωση στα αγγλικά - oxygenation, oxygen, oxygenation of, oxygenate, oxygenating
  • οξυδέρκεια στα αγγλικά - sharpness, acuity, insight, perspicacity, acumen, discernment
  • οξύ στα αγγλικά - acid, acid is
  • οξύθυμος στα αγγλικά - irritable, irascible, snappish, spitfire, splenish
Τυχαίες λέξεις
Οξυδερκής στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: sharp, keen, acute, perceptive, perspicacious, statesmanlike, farsighted, discriminating