Przedawnić στα ελληνικά

Μετάφραση: przedawnić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λήγω, παραγραφεί, παραγράφονται, παραγραφής, παραγραφή, απαγορεύεται
Przedawnić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arktyczny στα ελληνικά - αρκτικός, αρκτική, αρκτικές, αρκτικό, αρκτικής
  • chędogi στα ελληνικά - συγυρίζω, τακτοποιώ, συγυρισμένος, αρκετός, τακτοποιημένος, τακτοποιημένο, καθαρό, ...
  • dokrewny στα ελληνικά - ενδοκρινικές, ενδοκρινικών, ενδοκρινείς, ενδοκρινών, ενδοκρινικό
  • gulden στα ελληνικά - φιορίνι, φιορινιού, φιορινίου, ολλανδικού φιορινιού, φιορίνια
Τυχαίες λέξεις
Przedawnić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λήγω, παραγραφεί, παραγράφονται, παραγραφής, παραγραφή, απαγορεύεται