Przepytać στα ελληνικά
Μετάφραση: przepytać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακρίνω, ζήτημα, ερώτηση, ερώτημα, να πάρει συνέντευξη, σε συνέντευξη, να πάρει συνέντευξη από, για να πάρει συνέντευξη, συνέντευξης
Μεταφράσεις
- alternatywność στα ελληνικά - εναλλακτικότητας, Εναλλακτικότης
- diakon στα ελληνικά - διάκονος, διάκονο, διακόνου, διάκος, ιεροδιάκονος
- helikopter στα ελληνικά - πέλεκας, ελικόπτερο, ελικοπτέρου, ελικοπτέρων, ελικόπτερα, του ελικοπτέρου
- hydraulika στα ελληνικά - υδραυλικός, υδραυλική, υδραυλικό, υδραυλικά, υδραυλικό σύστημα, υδραυλικά συστήματα
Τυχαίες λέξεις
Przepytać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακρίνω, ζήτημα, ερώτηση, ερώτημα, να πάρει συνέντευξη, σε συνέντευξη, να πάρει συνέντευξη από, για να πάρει συνέντευξη, συνέντευξης
Μεταφράσεις: ανακρίνω, ζήτημα, ερώτηση, ερώτημα, να πάρει συνέντευξη, σε συνέντευξη, να πάρει συνέντευξη από, για να πάρει συνέντευξη, συνέντευξης