Przesłuchiwać στα ελληνικά

Μετάφραση: przesłuchiwać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακρίνω, ακούω, συνέντευξη, συνέντευξης, συνέντευξή, συνέντευξή του, συνέντευξη που
Przesłuchiwać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • autokrata στα ελληνικά - αυτοκράτορας, δεσποτικός, μονάρχης, απόλυτος μονάρχης, απολυταρχικού, αυτοκράτωρ
  • cenzus στα ελληνικά - πρόκριση, απογραφή, απογραφής, απογραφή του, της απογραφής, απογραφής του
  • dostatni στα ελληνικά - άφθονος, εύπορος, αρκετός, ευημερούσα, ευημερούσες, ευημερούσας, ευημερούντα, ...
  • hegemon στα ελληνικά - ηγήτορας, ηγεμόνας, αρχηγός, ηγέτης, ηγεμόνα, ηγεμονία, ηγεμονίας
Τυχαίες λέξεις
Przesłuchiwać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακρίνω, ακούω, συνέντευξη, συνέντευξης, συνέντευξή, συνέντευξή του, συνέντευξη που