Przestrzeń στα ελληνικά
Μετάφραση: przestrzeń, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δωμάτιο, χώρος, απλώνω, διάστημα, επέκταση, περιοχή, φουντώνω, διαδίδω, χώρο, χώρου, κόπηκε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ancymonek στα ελληνικά - παλιάνθρωπος, μπερμπάντης, slyboots
- bagnet στα ελληνικά - ξιφολόγχη, μπαγιονέτ, τύπου μπαγιονέτ, μπαγιονέτας, bayonet
- bufon στα ελληνικά - παλιάτσος, γελωτοποιός, buffoon, καραγκιόζη, μπούφοι
- grant στα ελληνικά - χορηγώ, υποτροφία, επίδομα, επιχορηγώ, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Przestrzeń στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δωμάτιο, χώρος, απλώνω, διάστημα, επέκταση, περιοχή, φουντώνω, διαδίδω, χώρο, χώρου, κόπηκε
Μεταφράσεις: δωμάτιο, χώρος, απλώνω, διάστημα, επέκταση, περιοχή, φουντώνω, διαδίδω, χώρο, χώρου, κόπηκε