Przetrzymać στα ελληνικά
Μετάφραση: przetrzymać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιζώ, διατηρώ, επιβιώσουν, επιβιώσει, επιβιώνουν, να επιβιώσει, επιζήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- artykulacja στα ελληνικά - διάρθρωση, άρθρωση, άρθρωσης, αρθρώσεως, συνάρθρωση
- balans στα ελληνικά - πλάστιγγα, ισορροπία, ζυγαριά, ισοζύγιο, υπόλοιπο, ισορροπίας, ισοζυγίου
- dołożyć στα ελληνικά - βάζω, κάνω, φτιάχνω, εξαναγκάζω, κατασκευάζω, τοποθετώ, προσθέτω, ...
- drażnić στα ελληνικά - ταράσσομαι, δόλωμα, τσουκνίδα, παρενοχλώ, εξοργίζω, μελαγχολώ, θυμός, ...
Τυχαίες λέξεις
Przetrzymać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιζώ, διατηρώ, επιβιώσουν, επιβιώσει, επιβιώνουν, να επιβιώσει, επιζήσουν
Μεταφράσεις: επιζώ, διατηρώ, επιβιώσουν, επιβιώσει, επιβιώνουν, να επιβιώσει, επιζήσουν