Przewód στα ελληνικά
Μετάφραση: przewód, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τούνελ, καλώδιο, λουρί, κορδόνι, σύρμα, μόλυβδος, διώρυγα, ντουέτο, μαέστρος, ηγούμαι, οχετός, σήραγγα, κανάλι, σύρματος, καλωδίων, καλωδίου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chrypieć στα ελληνικά - κοάζω, σχάρα, εσχάρας, σχάρας, εσχάρα, της εσχάρας
- cukrownik στα ελληνικά - καζάνι, καυστήρας, Cukrownik
- dorywczo στα ελληνικά - ανέμελος, περιστασιακή, περιστασιακά, απλό, περιστασιακό
- gimnastykować στα ελληνικά - άσκηση, τρυπάνι, τρυπανιού, διάτρησης, δράπανο
Τυχαίες λέξεις
Przewód στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τούνελ, καλώδιο, λουρί, κορδόνι, σύρμα, μόλυβδος, διώρυγα, ντουέτο, μαέστρος, ηγούμαι, οχετός, σήραγγα, κανάλι, σύρματος, καλωδίων, καλωδίου
Μεταφράσεις: τούνελ, καλώδιο, λουρί, κορδόνι, σύρμα, μόλυβδος, διώρυγα, ντουέτο, μαέστρος, ηγούμαι, οχετός, σήραγγα, κανάλι, σύρματος, καλωδίων, καλωδίου