Przyzwoitość στα ελληνικά

Μετάφραση: przyzwoitość, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιουσία, κοσμιότητα, σπίτι, κτήμα, ευπρέπεια, φρονιμάδα, ακίνητο, ευπρέπειας, την ευπρέπεια
Przyzwoitość στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chityna στα ελληνικά - χιτίνη, χιτίνης, χητίνης, η χιτίνη, της χιτίνης
  • despotyczny στα ελληνικά - απολυταρχικός, αυθαίρετος, δεσποτικός, καταπιεστικός, αυταρχικός, δεσποτική, δεσποτικό, ...
  • dymek στα ελληνικά - πάνα, καυσαέριο, αερόστατο, μπαλόνι, καπνός, ομίχλη, καταχνιά, ...
  • identyfikator στα ελληνικά - ταυτότητα, id, Ιϋ, αναγνωριστικό, αναγνώρισης
Τυχαίες λέξεις
Przyzwoitość στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιουσία, κοσμιότητα, σπίτι, κτήμα, ευπρέπεια, φρονιμάδα, ακίνητο, ευπρέπειας, την ευπρέπεια