Κοσμιότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: κοσμιότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przyzwoitość, obyczajność, przyzwoitości, dobre obyczaje, decency
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοσμιότητα
κοσμιότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, κοσμιότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κοσμήτορας στα πολωνικά - dziekan, Dean, dziekanem, dziekana, Deana
- κοσμικός στα πολωνικά - świecki, tymczasowy, pieśń, układać, pokładać, przyziemny, nieść, ...
- κοσμώ στα πολωνικά - przystrajać, ozdabiać, upiększać, zdobić, dekorować, łaska, wdzięk, ...
- κοστίζω στα πολωνικά - kosztować, cena, oplatanie, ekonomiczność, kosztowanie, koszt, kosz, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοσμιότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: przyzwoitość, obyczajność, przyzwoitości, dobre obyczaje, decency
Μεταφράσεις: przyzwoitość, obyczajność, przyzwoitości, dobre obyczaje, decency