Pysznić στα ελληνικά
Μετάφραση: pysznić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έπαρση, φτερό, καμάρι, λοφίο, καθαρίζω με το ράμφος
Μεταφράσεις
- deptak στα ελληνικά - σεργιανίζω, πεζός, περπατώ, περίπατος, χώρο περιπάτου, περιπάτου, περίπατο, ...
- dążyć στα ελληνικά - τάση, πασχίζω, ασκώ, παγανίζω, αποβλέπω, περιποιούμαι, σκοπεύω, ...
- febra στα ελληνικά - πυρετός, θέρμη, πυρετό, πανώλης, πανώλης των, πανώλη
- interesująco στα ελληνικά - ενδιαφέρων, ενδιαφέρον, ενδιαφέρουσα, ενδιαφέροντα, ενδιαφέρουσες
Τυχαίες λέξεις
Pysznić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έπαρση, φτερό, καμάρι, λοφίο, καθαρίζω με το ράμφος
Μεταφράσεις: έπαρση, φτερό, καμάρι, λοφίο, καθαρίζω με το ράμφος