Rozkolportować στα ελληνικά
Μετάφραση: rozkolportować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διανέμω, απονέμω, μοιράζω, διανέμουν, διανείμει, διανέμει, τη διανομή, διανείμετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- centryczny στα ελληνικά - κεντρικός, centric, κεντρική, επίκεντρο, κεντρικό
- dedykacyjny στα ελληνικά - αφιερωτικός, αφιερωτική, αναθηματικές, κτητορική, αναθηματική
- filisterstwo στα ελληνικά - αυταρέσκεια
- górny στα ελληνικά - άνω, κορυφή, πάνω, επάνω, κορυφαία, top
Τυχαίες λέξεις
Rozkolportować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διανέμω, απονέμω, μοιράζω, διανέμουν, διανείμει, διανέμει, τη διανομή, διανείμετε
Μεταφράσεις: διανέμω, απονέμω, μοιράζω, διανέμουν, διανείμει, διανέμει, τη διανομή, διανείμετε