Rozprzedać στα ελληνικά
Μετάφραση: rozprzedać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκποιώ, πουλώ, διαθέσει, απορρίπτετε, διαθέτει, πετάτε, να διαθέτει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abstynencja στα ελληνικά - εγκράτεια, αποχή, αποχής, η αποχή, την αποχή, της αποχής
- dziurawić στα ελληνικά - πλήττω, διατρυπώ, οπή, οπής, διάτρηση, άνοιγμα, διαμετρήματος
- herkulesowy στα ελληνικά - ηρακλείος, Ηράκλειοι, ηράκλειων, τιτάνιο, ηράκλειο
Τυχαίες λέξεις
Rozprzedać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκποιώ, πουλώ, διαθέσει, απορρίπτετε, διαθέτει, πετάτε, να διαθέτει
Μεταφράσεις: εκποιώ, πουλώ, διαθέσει, απορρίπτετε, διαθέτει, πετάτε, να διαθέτει