Roztwarzać στα ελληνικά

Μετάφραση: roztwarzać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαρκασμός, κέντρισμα, νύξη, σκάβω, ανασυσταθεί, ανασυσταθέν, ανασυσταθούν, ανασυσταθέντος, ανασυσταμένο
Roztwarzać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bestia στα ελληνικά - κτήνος, ζώο, θηρίο, θηρίου, τέρας, κτήνους
  • charakteryzować στα ελληνικά - προσδιορίζω, χαρακτηρίζουν, χαρακτηρισμό, χαρακτηρίζει, χαρακτηρίσει, τον χαρακτηρισμό
  • dioda-pentoda στα ελληνικά - διόδων, δίοδο, με δίοδο, διόδων ως
  • gramolić στα ελληνικά - σκαρφαλώνω, διαταράσσω, σκαρφάλωμα, διαμάχη, μπάλα, μπάλα και, αγωνίζομαι
Τυχαίες λέξεις
Roztwarzać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαρκασμός, κέντρισμα, νύξη, σκάβω, ανασυσταθεί, ανασυσταθέν, ανασυσταθούν, ανασυσταθέντος, ανασυσταμένο