Sęk στα ελληνικά
Μετάφραση: sęk, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χερούλι, δένω, φιόγκος, τρίβω, κόμβος, κόμπος, κόμπο, κόμβο, κόμβου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dyktando στα ελληνικά - ορθογραφία, υπαγόρευση, υπαγόρευσης, την υπαγόρευση, ηχογράφησης, από υπαγόρευση
- ekskawator στα ελληνικά - εκσκαφέας, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέων, ανασκαφέα
- fascynujący στα ελληνικά - συναρπαστικό, συναρπαστική, συναρπαστικά, συναρπαστικές, μαγευτική
- hydrofobowy στα ελληνικά - υδρόφοβο, υδρόφοβα, υδρόφοβη, υδρόφοβες, υδρόφοβων
Τυχαίες λέξεις
Sęk στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χερούλι, δένω, φιόγκος, τρίβω, κόμβος, κόμπος, κόμπο, κόμβο, κόμβου
Μεταφράσεις: χερούλι, δένω, φιόγκος, τρίβω, κόμβος, κόμπος, κόμπο, κόμβο, κόμβου