Słońce στα ελληνικά

Μετάφραση: słońce, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήλιος, ήλιο, ήλιου, τον ήλιο, στον ήλιο
Słońce στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cementowanie στα ελληνικά - εκτρέπουν, επιβεβαιώνοντας, παγίωση, τσιμέντο, τσιμέντωση
  • chwycić στα ελληνικά - πιάνω, σφίγγω, απομόνωση, αρπάζω, πασπατεύω, συλλαμβάνω, κλώσημα, ...
  • dożywotni στα ελληνικά - ζωή, ζωής, τη ζωή, της ζωής, διάρκεια ζωής
  • galeon στα ελληνικά - γαλέρα, Galleon, Γαλιόνι
Τυχαίες λέξεις
Słońce στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήλιος, ήλιο, ήλιου, τον ήλιο, στον ήλιο