Schron στα ελληνικά

Μετάφραση: schron, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άσυλο, ασυλία, καταφύγιο, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη
Schron στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adular στα ελληνικά - Adular
  • bitnik στα ελληνικά - υπαρξιστής, Beatnik, άτομο αντικοινωνικής, άτομο αντικοινωνικής συμπεριφοράς, αδιάφορων για το περιβάλλον του
  • dobywać στα ελληνικά - προσκομίζω, παράγω
  • drukarski στα ελληνικά - εκτύπωση, εκτύπωσης, Εκτυπώσεις, Printing, Τυπογραφία
Τυχαίες λέξεις
Schron στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άσυλο, ασυλία, καταφύγιο, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη