Seks στα ελληνικά
Μετάφραση: seks, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έρωτας, σεξ, φύλο, φύλου, το φύλο, σεξουαλική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aspołeczny στα ελληνικά - ακοινωνικό, ακοινωνική, asocial, μη κοινωνική, μη κοινωνικό
- demaskować στα ελληνικά - ξεσκεπάζω, εκθέτω, αποκαλύπτω, ανακαλύπτω, unmask, ξεσκεπάσουν, ξεσκεπάσουμε, ...
- dusigrosz στα ελληνικά - τσιγκούνης, φιλάργυρος, tightwad
- hulaka στα ελληνικά - γλεντζές, ταραξίας, σκίζω, τσουγκράνα, rake, γκανιότα, κτένι, ...
Τυχαίες λέξεις
Seks στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έρωτας, σεξ, φύλο, φύλου, το φύλο, σεξουαλική
Μεταφράσεις: έρωτας, σεξ, φύλο, φύλου, το φύλο, σεξουαλική