Φύλο στα πολωνικά
Μετάφραση: φύλο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
stosunek, rodzaj, seks, płeć, sex, płci, seksu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φύλο
φύλλο χαρτί, φύλο και νέα εκπαιδευτικά και εργασιακά περιβάλλοντα στην κοινωνία της πληροφορίας, φύλο μωρού, φύλο άρρεν, φύλο ή φύλλο, φύλο λεξικό γλώσσας πολωνικά, φύλο στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- φύλλο στα πολωνικά - lista, karta, kartka, listek, folia, liść, skrzydło, ...
- φύλλωμα στα πολωνικά - ulistnienie, listowie, liści, liście, listowia, foliage
- φύση στα πολωνικά - usposobienie, rodzaj, charakter, jestestwo, typ, osobowość, pierwotność, ...
- φώκια στα πολωνικά - potwierdzenie, plomba, opieczętować, uszczelka, zalakować, pieczętować, lakować, ...
Τυχαίες λέξεις
Φύλο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: stosunek, rodzaj, seks, płeć, sex, płci, seksu
Μεταφράσεις: stosunek, rodzaj, seks, płeć, sex, płci, seksu