Skompilować στα ελληνικά
Μετάφραση: skompilować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κορμοστασιά, μπόι, ανάστημα, χτίζω, καταρτίζουν, συγκεντρώνουν, μεταγλώττιση, συγκεντρώνει, την κατάρτιση
Μεταφράσεις
- czuwający στα ελληνικά - προσεκτικός, άγρυπνος, wakeful, εγρήγορση, που ξυπνάει
- dżihad στα ελληνικά - Τζιχάντ, Jihad, το τζιχάντ, της Τζιχάντ
- iglasty στα ελληνικά - κωνοφόρος, κωνοφόρα, κωνοφόρων, των κωνοφόρων, από κωνοφόρα
- iskra στα ελληνικά - νιφάδα, απαστράπτω, σπιθοβολώ, σπίθα, σπινθήρας, σπινθήρα, με σπινθήρα, ...
Τυχαίες λέξεις
Skompilować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κορμοστασιά, μπόι, ανάστημα, χτίζω, καταρτίζουν, συγκεντρώνουν, μεταγλώττιση, συγκεντρώνει, την κατάρτιση
Μεταφράσεις: κορμοστασιά, μπόι, ανάστημα, χτίζω, καταρτίζουν, συγκεντρώνουν, μεταγλώττιση, συγκεντρώνει, την κατάρτιση