Skosić στα ελληνικά
Μετάφραση: skosić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερίζω, κόψει, κουρεύετε, κόψει το, κουρεύει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- astralny στα ελληνικά - αστρικός, αστρικό, αστρική, αστρικά, αστρικού
- brygada στα ελληνικά - συμμορία, ταξιαρχία, συμβαλλόμενος, σπείρα, ομάδα, παρέα, ταξιαρχίας, ...
- dostawianie στα ελληνικά - προμήθεια, παρέχω, παροχή, χορήγηση, γοητευτικός, θελκτικός, ανάκτηση, ...
- eksterminacja στα ελληνικά - εξόντωση, εξολόθρευση, εξόντωσης, εξολόθρευσης, την εξόντωση
Τυχαίες λέξεις
Skosić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερίζω, κόψει, κουρεύετε, κόψει το, κουρεύει
Μεταφράσεις: θερίζω, κόψει, κουρεύετε, κόψει το, κουρεύει