Skrzep στα ελληνικά

Μετάφραση: skrzep, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύμπηξη, γεννώ, κρανίο, καύκαλο, πήζω, υποφέρω, κρανίου, του κρανίου, το κρανίο
Skrzep στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bulion στα ελληνικά - απόθεμα, παρακρατώ, ζωμός, ζωμό, ζωμού, το ζωμό, οπό
  • defensywnie στα ελληνικά - αμυντικά, άμυνα, αμυντική, παθητικά, αμυντικό
  • heksadecymalny στα ελληνικά - δεκαεξαδικό, δεκαεξαδική, δεκαεξαδικός, δεκαεξαδικούς, δεκαεξαδική μορφή
  • hematolog στα ελληνικά - αιματολόγο, αιματολόγος, αιματολόγους, αιματολόγου, αιμοτολόγου
Τυχαίες λέξεις
Skrzep στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύμπηξη, γεννώ, κρανίο, καύκαλο, πήζω, υποφέρω, κρανίου, του κρανίου, το κρανίο