Smrodzić στα ελληνικά

Μετάφραση: smrodzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρομιά, βρόμα, βρομώ, βρώμα, δυσωδία, βρωμάει, βρωμούσα του, αποφορά
Smrodzić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • banicja στα ελληνικά - εξορίζω, εξορία, αποκλεισμός, απαγόρευση, αποκλείω, απαγορεύω, εξορίας, ...
  • budżetowy στα ελληνικά - χρηματοοικονομικές, χρηματοοικονομική, οικονομικών, οικονομικές, οικονομικό
  • dywersja στα ελληνικά - παρέκβαση, δολιοφθορά, παρεκτροπή, σαμποτάρω, εκτροπή, εκτροπής, της εκτροπής, ...
  • dziecinada στα ελληνικά - παιδικότητα, παιδικότητά, την παιδικότητά, την παιδικότητα, η παιδικότητα
Τυχαίες λέξεις
Smrodzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρομιά, βρόμα, βρομώ, βρώμα, δυσωδία, βρωμάει, βρωμούσα του, αποφορά