Spłaszczać στα ελληνικά
Μετάφραση: spłaszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aresztant στα ελληνικά - κατάδικος, καταδικάζω, κατάδικο, κατάδικου, καταδίκων, κατάδικοι
- błahość στα ελληνικά - επιπολαιότητα, inconsequence
- cudzołożyć στα ελληνικά - πορνεύω, μοιχεύονται, πορνεύουν, τοξοειδείς
- fertyczny στα ελληνικά - ευκίνητος, ευκίνητο, ευκίνητα, ευκίνητη, ευκίνητες
Τυχαίες λέξεις
Spłaszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση