Spacer στα ελληνικά

Μετάφραση: spacer, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σουλατσάρω, περπατώ, σεργιανίζω, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε
Spacer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dawny στα ελληνικά - νωρίς, πρωτόγονος, παλαιός, περασμένος, γέρος, πρώην, πρώιμος, ...
  • duszpasterski στα ελληνικά - ποιμενικός, ιερατικός, ιερατική, ιερατικά, ιερατικής, ιερατικό
  • egzamin στα ελληνικά - ελέγχω, εξέταση, διεργασία, εξετάσεις, εξετάσεων, εξέτασης, διαγωνισμό
  • handlowy στα ελληνικά - διαφήμιση, εμπορικός, επιχείρηση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
Τυχαίες λέξεις
Spacer στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σουλατσάρω, περπατώ, σεργιανίζω, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε