Stacja στα ελληνικά
Μετάφραση: stacja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταματώ, σταθμός, σταθμό, σταθμού, σιδηροδρομικό, σταθμό του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beczkować στα ελληνικά - βαρέλι, το βαρέλι, κύλινδρο, βαρελιού, κάννη
- brystol στα ελληνικά - Μπρίστολ, Bristol, του Μπρίστολ, του Bristol, το Bristol
- chorobliwy στα ελληνικά - ανώμαλος, νοσηρός, νοσηρή, νοσηρές, morbid, νοσογόνο
- inteligentny στα ελληνικά - έξυπνος, φανταστικός, έξοχος, λαμπερός, νοήμων, ευφυή, ευφυής, ...
Τυχαίες λέξεις
Stacja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταματώ, σταθμός, σταθμό, σταθμού, σιδηροδρομικό, σταθμό του
Μεταφράσεις: σταματώ, σταθμός, σταθμό, σταθμού, σιδηροδρομικό, σταθμό του