Stanowczość στα ελληνικά
Μετάφραση: stanowczość, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφασίζω, λύνω, χαλίκι, αποφασιστικότητα, διευθετώ, αμμόλιθος, άμμος, σταθερότητα, σφριγηλότητα, σκληρότητα, τη σταθερότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chiromanta στα ελληνικά - χειρομάντης, χειρομάντη, χειρομάντες
- cofacz στα ελληνικά - Backspace, Backspace για, πλήκτρο Backspace, το Backspace, Backspace ώστε
- erotyzm στα ελληνικά - ερωτισμό, τον ερωτισμό
- etnolog στα ελληνικά - εθνολόγος, εθνολόγου, εθνολόγος της, εθνολογικοί, εθνολόγο
Τυχαίες λέξεις
Stanowczość στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφασίζω, λύνω, χαλίκι, αποφασιστικότητα, διευθετώ, αμμόλιθος, άμμος, σταθερότητα, σφριγηλότητα, σκληρότητα, τη σταθερότητα
Μεταφράσεις: αποφασίζω, λύνω, χαλίκι, αποφασιστικότητα, διευθετώ, αμμόλιθος, άμμος, σταθερότητα, σφριγηλότητα, σκληρότητα, τη σταθερότητα