Stomatologiczny στα ελληνικά
Μετάφραση: stomatologiczny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδοντικός, οδοντιατρικός, οδοντιατρική, οδοντιατρικών, οδοντιατρικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bibułka στα ελληνικά - ιστός, ιστού, ιστό, ιστών, ιστούς
- cienkość στα ελληνικά - λιγνάδα, λεπτότητα, λεπτότητας, ισχνότητα, thinness, την λεπτότητα
- dotkliwość στα ελληνικά - αυστηρότητα, δριμύτητα, σοβαρότητα, σοβαρότητας, βαρύτητα
- indosować στα ελληνικά - επιδοκιμάζω, οπισθογραφώ, εγκρίνω, εγκρίνει, εγκρίνουν, θεωρεί, υποστηρίξει
Τυχαίες λέξεις
Stomatologiczny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδοντικός, οδοντιατρικός, οδοντιατρική, οδοντιατρικών, οδοντιατρικές
Μεταφράσεις: οδοντικός, οδοντιατρικός, οδοντιατρική, οδοντιατρικών, οδοντιατρικές