Szczepionkowy στα ελληνικά
Μετάφραση: szczepionkowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμβόλιο, του, της, των, από
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adwekcja στα ελληνικά - οριζόντια μεταφορά, μεταγωγή, οριζόντιας μεταφοράς, advection
- amitoza στα ελληνικά - amitosis
- instalator στα ελληνικά - μηχανικός, μηχανεύομαι, εφαρμοστής, τεχνίτη, εφαρμοστή, καλύτερη φυσική κατάσταση, συναρμολογητής
Τυχαίες λέξεις
Szczepionkowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμβόλιο, του, της, των, από
Μεταφράσεις: εμβόλιο, του, της, των, από