Szerzyć στα ελληνικά
Μετάφραση: szerzyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επέκταση, απλώνω, διαδίδω, διασπείρω, φουντώνω, διάδοση, τη διάδοση, διαδίδουν, διαδίδει, διάδοση των
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezprzewodowy στα ελληνικά - ασύρματο, ασύρματος, ασύρματη, ασύρματου, ασύρματης
- centralny στα ελληνικά - κεντρικός, κεντρική, κεντρικό, κεντρικές, κεντρικής
- drzewko στα ελληνικά - δέντρο, δενδρύλλιο, δενδρυλλίων, δενδρύλλια, φύτευση δενδρυλλίων, βλαστάρι
- gruntownie στα ελληνικά - βαριά, σοβαρά, πλήρως, τελείως, καλά, προσεκτικά, επιμελώς
Τυχαίες λέξεις
Szerzyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επέκταση, απλώνω, διαδίδω, διασπείρω, φουντώνω, διάδοση, τη διάδοση, διαδίδουν, διαδίδει, διάδοση των
Μεταφράσεις: επέκταση, απλώνω, διαδίδω, διασπείρω, φουντώνω, διάδοση, τη διάδοση, διαδίδουν, διαδίδει, διάδοση των