Tępieć στα ελληνικά

Μετάφραση: tępieć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πληκτικός, μουχρός, μουντός, βαρετός, αμβλύς, θαμπό, βαρετή, θαμπά, θαμπή
Tępieć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • demonstracja στα ελληνικά - επίδειξη, διαδήλωση, παρουσίαση, επίδειξης, απόδειξη, την επίδειξη
  • egzamin στα ελληνικά - ελέγχω, εξέταση, διεργασία, εξετάσεις, εξετάσεων, εξέτασης, διαγωνισμό
  • flegmatyzacja στα ελληνικά - phlegmatize
  • gromadzenie στα ελληνικά - περισυλλέγω, μαζεύω, μαζεύομαι, αποθήκευση, συγκεντρώνομαι, υποθάλπω, σιγοβράζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Tępieć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πληκτικός, μουχρός, μουντός, βαρετός, αμβλύς, θαμπό, βαρετή, θαμπά, θαμπή