Tarasować στα ελληνικά

Μετάφραση: tarasować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κωλυσιεργώ, φραγμός, παρακωλύω, εμποδίζω, κάγκελο, μπαρ, στηρίγματα, φράζω, οδόφραγμα, οδοφράγματος, φράγμα, οδοφράγματα, barricade
Tarasować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • boginka στα ελληνικά - νύμφη, νύμφης, της νύμφης, νύμφες, τη νύμφη
  • dyndać στα ελληνικά - κουνώ, κρεμιέμαι, κουνιέμαι, dangle, κουνάτε τα, να κουνάτε τα
  • fosylizacja στα ελληνικά - απολίθωση, απολίθωσης, απολιθώματα, την απολίθωση
  • intrygować στα ελληνικά - πρόγραμμα, συνωμοσία, πλοκή, συνωμοτώ, ίντριγκα, ίντριγκες, ίντριγκας, ...
Τυχαίες λέξεις
Tarasować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κωλυσιεργώ, φραγμός, παρακωλύω, εμποδίζω, κάγκελο, μπαρ, στηρίγματα, φράζω, οδόφραγμα, οδοφράγματος, φράγμα, οδοφράγματα, barricade