Trudność στα ελληνικά
Μετάφραση: trudność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόμβος, δυσχέρεια, δυσκολία, φιόγκος, κακουχία, ενόχληση, δένω, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aluzja στα ελληνικά - υποδηλώνω, ποδοκόπι, αιχμή, ρεγάλο, νύξη, υπαινιγμός, πουρμπουάρ, ...
- frymarczyć στα ελληνικά - επιτήδευμα, εμπόριο, επάγγελμα, σπαταλώ, ασωτεύω, να ξοδευτούν, ξοδευτούν, ...
- fundamentalizm στα ελληνικά - φονταμενταλισμό, φονταμενταλισμός, φονταμενταλισμού, τον φονταμενταλισμό, του φονταμενταλισμού
- hikora στα ελληνικά - αγριοκαρυδιά, Hickory, άσπρη καρυδιά, άσπρων καρυδιών, άσπρης καρυδιάς
Τυχαίες λέξεις
Trudność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόμβος, δυσχέρεια, δυσκολία, φιόγκος, κακουχία, ενόχληση, δένω, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών
Μεταφράσεις: κόμβος, δυσχέρεια, δυσκολία, φιόγκος, κακουχία, ενόχληση, δένω, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών