Ułamkowy στα ελληνικά
Μετάφραση: ułamkowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οριζόντιος, κλασματικός, αποσπασματικός, κλασματική, κλασματικής, κλασματικό, κλασματικά
Μεταφράσεις
- autochtoniczny στα ελληνικά - ντόπιος, ιθαγενής, εγχώριος, αυτόχθονες, αυτοχθόνων, αυτόχθονων
- enzymatyczny στα ελληνικά - ενζυματική, ενζυμική, ενζυματικές, ενζυματικής, ενζυματικών
- faleza στα ελληνικά - γκρεμός, βράχος, βράχο, γκρεμό, βράχου
- irytująco στα ελληνικά - εκνευριστικά, εκνευριστικά απαραίτητοι
Τυχαίες λέξεις
Ułamkowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οριζόντιος, κλασματικός, αποσπασματικός, κλασματική, κλασματικής, κλασματικό, κλασματικά
Μεταφράσεις: οριζόντιος, κλασματικός, αποσπασματικός, κλασματική, κλασματικής, κλασματικό, κλασματικά