Ułaskawiać στα ελληνικά
Μετάφραση: ułaskawiać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγχώρηση, συγχωρώ, χάρη, συγγνώμη, απονομή χάριτος, χάριτος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anizotropowy στα ελληνικά - ανισότροπος, ανισότροπη, ανισότροπο, ανισότροπα, ανισοτροπικό
- cacko στα ελληνικά - πετράδι, κόσμημα, μπιχλιμπίδι, στολίδι, μπιχλιμπιδιών
- dwubarwny στα ελληνικά - δίχρωμη, δίχρωμα, δίχρωμο, δίχρωμες, διχρωματική
- energooszczędny στα ελληνικά - εξοικονόμησης ενέργειας, εξοικονόμηση ενέργειας, εξοικονόμησηε ενέργειας, εξοικονομούν ενέργεια, με εξοικονόμηση ενέργειας
Τυχαίες λέξεις
Ułaskawiać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγχώρηση, συγχωρώ, χάρη, συγγνώμη, απονομή χάριτος, χάριτος
Μεταφράσεις: συγχώρηση, συγχωρώ, χάρη, συγγνώμη, απονομή χάριτος, χάριτος