Ubierać στα ελληνικά
Μετάφραση: ubierać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φόρεμα, φορώ, βολεύω, ντύνω, εξυπηρετώ, ντύνομαι, αμφίεση, κοστούμι, αρμόζω, ντύσιμο, το φόρεμα, φορεμάτων, φόρεμά, dress
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bosonogi στα ελληνικά - ξυπόλυτος, ξυπόλητοι, ξυπόλυτοι, γυμνά, γυμνά πόδια
- dorsz στα ελληνικά - βακαλάος, μπακαλιάρος, γάδου, γάδο, του γάδου
- dotyk στα ελληνικά - νιώθω, πινελιά, υφή, αισθάνομαι, αγγίζω, αίσθημα, αφή, ...
- izotopia στα ελληνικά - ισότοπο, ισοτόπων, ισοτόπου, ισοτοπικές, ισοτόπων με
Τυχαίες λέξεις
Ubierać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φόρεμα, φορώ, βολεύω, ντύνω, εξυπηρετώ, ντύνομαι, αμφίεση, κοστούμι, αρμόζω, ντύσιμο, το φόρεμα, φορεμάτων, φόρεμά, dress
Μεταφράσεις: φόρεμα, φορώ, βολεύω, ντύνω, εξυπηρετώ, ντύνομαι, αμφίεση, κοστούμι, αρμόζω, ντύσιμο, το φόρεμα, φορεμάτων, φόρεμά, dress