Uchwytny στα ελληνικά
Μετάφραση: uchwytny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητός, απτός, χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bakteriologiczny στα ελληνικά - βακτηριολογικών, βακτηριολογικές, βακτηριολογικά, βακτηριολογική, βακτηριολογικής
- bezgłośny στα ελληνικά - χαζός, μουγγός, σιωπηλός, σιωπηλή, αθόρυβη, σιωπηλό, σιωπηλοί
- dozbrojenie στα ελληνικά - επανοπλισμός, επανεξοπλισμούς, επανεξοπλισμό, επανεξοπλισμού, επανεξοπλισμός
- folia στα ελληνικά - ματαιώνω, φύλλο, αποτρέπω, φύλλου, αλουμινόχαρτο, έλασμα, λεπτό φύλλο
Τυχαίες λέξεις
Uchwytny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητός, απτός, χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό
Μεταφράσεις: αξιοσημείωτος, λογικός, αισθητός, απτός, χειροπιαστός, ψηλαφητός, ψηλαφητή, χειροπιαστή, ψηλαφητό