Uciszenie στα ελληνικά
Μετάφραση: uciszenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωπαίνω, σιγή, σιωπή, σιωπής, τη σιωπή, η σιωπή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chłopstwo στα ελληνικά - χωρικοί, αγροτιά, αγροτιάς, αγροτών, της αγροτιάς
- dezercja στα ελληνικά - αποσκίρτηση, αποστασία, λιποταξία, εγκατάλειψη, λιποταξίας, εγκατάλειψης, ερήμωση
- dosłownie στα ελληνικά - κυριολεκτικά, Πλήρη, αυτολεξεί, επί λέξει, λέξει, λέξη
- draka στα ελληνικά - καβγάς, σειρά, κωπηλατώ, σαματάς, ταραχή, θορυβώδης φιλονικία, θόρυβος
Τυχαίες λέξεις
Uciszenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωπαίνω, σιγή, σιωπή, σιωπής, τη σιωπή, η σιωπή
Μεταφράσεις: σωπαίνω, σιγή, σιωπή, σιωπής, τη σιωπή, η σιωπή