Λέξη: λασπωτήρας

Σχετικές λέξεις: λασπωτήρας

μαλλί λασπωτήρας, λασπωτήρας ποδηλάτου

Μεταφράσεις: λασπωτήρας

λασπωτήρας στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
mudguard, flap, mudguards, spoiler, rain flap

λασπωτήρας στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
guardabarros, el guardabarros, guardabarro, del guardabarros, pasarruedas

λασπωτήρας στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kotflügel, Kotflügel, Schutzblech, Kotflügels

λασπωτήρας στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pare-boue, garde-boue, aile, boue, garde boue

λασπωτήρας στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
parafango, parafanghi, il parafango, del parafango

λασπωτήρας στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
paralama, mudguard

λασπωτήρας στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slijkbord, spatscherm, spatbord, mudguard, spatborden, het spatbord, voorspatbord

λασπωτήρας στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
крыло, брызговик, колесная ниша, брызговики, брызговика

λασπωτήρας στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
Skjerm, forskjermer, skvettlappen, Bare forskjermer, forskjermenes braketter

λασπωτήρας στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stänkskärm, stänkskärmen, stänkskyddet, stänkskärmens, stänkskydd

λασπωτήρας στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lokasuoja, lokasuojan, lokasuojaan, lokasuojassa, lokasuojasta

λασπωτήρας στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
stænkskærm, skaermen, Skærmens, stænkeskærmen, hjulskærmen

λασπωτήρας στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
blatník, blatníku, blatníků

λασπωτήρας στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
błotnik, nadkole, Blotnik, błotnika, błotników

λασπωτήρας στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sárvédő, sárvédők, sárvédőre, sárvédőt, sárfogó

λασπωτήρας στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çamurluk, için kanat, çamurluklar, Çamurluk Bağlantı, çamurluğu

λασπωτήρας στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
забруднений, хриплий, нечистий, хрипкий, димчастий, бризговики, бризковик, бризговик, бризковики, бризговік

λασπωτήρας στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
baltëprirës, parafangë

λασπωτήρας στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
калник, калника, калника на, филтър против замърсяване, на калника

λασπωτήρας στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пырскавікі

λασπωτήρας στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
poritiib, porilaud, poritiiva, poritiivast, poritiivale

λασπωτήρας στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
blatobran

λασπωτήρας στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mudguard

λασπωτήρας στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sparnas, sparno, purvasaugiai, Błotnik, sparnas automobilio

λασπωτήρας στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dubļu sargs, Spārns

λασπωτήρας στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
калник, калникот

λασπωτήρας στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
aripă, apărătoare de noroi, noroi, apărători, de noroi

λασπωτήρας στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
blatnik, Blatniki

λασπωτήρας στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
blatník, blatníku, nárazník, blatníka
Τυχαίες λέξεις