Ujednostajnienie στα ελληνικά
Μετάφραση: ujednostajnienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρύθμιση, κανονισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- benzoesowy στα ελληνικά - βενζοϊκός, βενζοϊκό, βενζοϊκού, το βενζοϊκό, βενζοϊκά
- chemizm στα ελληνικά - χημεία, χημείας, η χημεία, της χημείας, τη χημεία
- dezynfekować στα ελληνικά - απολυμαίνω, απολυμαίνουν, απολυμάνετε, την απολύμανση, απολυμαίνει, να απολυμαίνονται
- gruntownie στα ελληνικά - βαριά, σοβαρά, πλήρως, τελείως, καλά, προσεκτικά, επιμελώς
Τυχαίες λέξεις
Ujednostajnienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρύθμιση, κανονισμός
Μεταφράσεις: ρύθμιση, κανονισμός