Umiejętność στα ελληνικά
Μετάφραση: umiejętność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεχνική, ικανότητα, φιλοτεχνία, επιδεξιότητα, τέχνη, πραγματογνωμοσύνη, δεξιοτεχνία, πλευρά, δεξιοτήτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- białaczka στα ελληνικά - λευχαιμία, λευχαιμίας, της λευχαιμίας, η λευχαιμία, τη λευχαιμία
- denominacja στα ελληνικά - ονομασία, ονομαστική αξία, ονομασίας, ονομαστικής αξίας, ονομασία της
- flotylla στα ελληνικά - στολίσκος, στολίσκου, στολίσκο, του στολίσκου, στόλος
- frustracja στα ελληνικά - ματαίωση, απογοήτευση, απογοήτευσης, την απογοήτευση, απογοήτευσή
Τυχαίες λέξεις
Umiejętność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεχνική, ικανότητα, φιλοτεχνία, επιδεξιότητα, τέχνη, πραγματογνωμοσύνη, δεξιοτεχνία, πλευρά, δεξιοτήτων
Μεταφράσεις: τεχνική, ικανότητα, φιλοτεχνία, επιδεξιότητα, τέχνη, πραγματογνωμοσύνη, δεξιοτεχνία, πλευρά, δεξιοτήτων