Umierać στα ελληνικά
Μετάφραση: umierać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποθνήσκω, πεθάνω, τεζάρω, λήγω, πεθαίνω, κύβος, πεθαίνουν, πεθάνει, πεθάνουν
Μεταφράσεις
- drążek στα ελληνικά - μοχλός, ραβδί, άξονας, βέργα, κοντάρι, χώνω, ράβδος, ...
- erotyka στα ελληνικά - erotica, ερωτισμό, τον ερωτισμό, ερωτική, ερωτισμού
- falsyfikować στα ελληνικά - εξευτελίζω, αμφισβητώ, σιδηρουργείο, σφυρηλατήσει, δημιουργήσουν, σφυρηλατήσουν, σφυρηλατήσουμε
- filisterstwo στα ελληνικά - αυταρέσκεια
Τυχαίες λέξεις
Umierać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποθνήσκω, πεθάνω, τεζάρω, λήγω, πεθαίνω, κύβος, πεθαίνουν, πεθάνει, πεθάνουν
Μεταφράσεις: αποθνήσκω, πεθάνω, τεζάρω, λήγω, πεθαίνω, κύβος, πεθαίνουν, πεθάνει, πεθάνουν