Upraszczać στα ελληνικά

Μετάφραση: upraszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντομεύω, απλοποιώ, απλουστεύω, απλοποίηση, απλοποιήσει, την απλοποίηση, απλοποιηθεί, την απλούστευση
Upraszczać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezładnie στα ελληνικά - φύρδην μίγδην, άνω κάτω
  • cyrkulacja στα ελληνικά - κυκλοφορία, κυκλοφορίας, την κυκλοφορία, κυκλοφορία του
  • dokładnie στα ελληνικά - πλήρως, ακριβέστατα, ακριβώς, όμοιος, σταθμίζω, δικαίωμα, σωστός, ...
  • jadalnia στα ελληνικά - τραπεζαρία, τραπεζαρίας, τραπεζαρία του
Τυχαίες λέξεις
Upraszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντομεύω, απλοποιώ, απλουστεύω, απλοποίηση, απλοποιήσει, την απλοποίηση, απλοποιηθεί, την απλούστευση