Απλουστεύω στα πολωνικά

Μετάφραση: απλουστεύω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
upraszczać, uproszczenia, uproszczenie, uprościć, upraszczają
Απλουστεύω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απλουστεύω

απλουστεύω συνωνυμο, απλουστεύω λεξικό γλώσσας πολωνικά, απλουστεύω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • απλοποίηση στα πολωνικά - upraszczanie, uproszczenie, uproszczenia, uproszczeniem, uproszczeń
  • απλοποιώ στα πολωνικά - ułatwiać, uprościć, upraszczać, aplopoio
  • απλοχέρης στα πολωνικά - ekstrawagancki, marnotrawny, nowatorski, lekkomyślny, przesadny, rozrzutny, nadmierny, ...
  • απλοϊκός στα πολωνικά - powierzchowny, łatwy, prostaczków, Simpleminded
Τυχαίες λέξεις
Απλουστεύω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: upraszczać, uproszczenia, uproszczenie, uprościć, upraszczają