Urzędnik στα ελληνικά

Μετάφραση: urzędnik, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέλεχος, δικαστής, ειρηνοδίκης, επίσημος, αξιωματικός, ληξίαρχος, υπάλληλος, επίσημες, επίσημη, επίσημων, επίσημο
Urzędnik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amperomierz στα ελληνικά - αμπεριόμετρο, ammeter, αμπερόμετρο, αμπερόμετρου, αμπερομέτρου
  • flota στα ελληνικά - νηοπομπή, αρμάδα, θαλάσσιος, στόλος, πεζοναύτης, ναυτικό, στόλου, ...
  • gazociąg στα ελληνικά - αγωγός, κύριο αέριο, κυριότερο αέριο, κύριο αέριο του, βασικό αέριο, βασικό αέριο του
  • gmatwanina στα ελληνικά - λαβύρινθος, μπλέξιμο, κουβάρι, εμπλοκής, μπέρδεμα, σύγχυση
Τυχαίες λέξεις
Urzędnik στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέλεχος, δικαστής, ειρηνοδίκης, επίσημος, αξιωματικός, ληξίαρχος, υπάλληλος, επίσημες, επίσημη, επίσημων, επίσημο