Uszczelniać στα ελληνικά

Μετάφραση: uszczelniać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τράπουλα, βούλα, πακέτο, σφίγγω, κατακλύζω, καλαφατίζω, φώκια, συσκευάζω, βουλώνω, καλαφατίστε, καλαφατίζει, συνθέσεων καλαφατίσματος
Uszczelniać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezrogi στα ελληνικά - άοπλος, αφοπλισμένος, άοπλοι, άοπλων, άοπλη, άοπλους
  • chochla στα ελληνικά - σέσουλα, κουτάλα, κουτάλας, κάδο, κάδου, χοάνη
  • filip στα ελληνικά - Filip, Ο Filip, Φιλίπ, τον Filip, του Filip
  • firmowy στα ελληνικά - Επιστολόχαρτο, Επιστολόχαρτα, Letterhead, επιστολόχαρτου, Το επιστολόχαρτο
Τυχαίες λέξεις
Uszczelniać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τράπουλα, βούλα, πακέτο, σφίγγω, κατακλύζω, καλαφατίζω, φώκια, συσκευάζω, βουλώνω, καλαφατίστε, καλαφατίζει, συνθέσεων καλαφατίσματος