Ομοφυλόφιλος στα πολωνικά
Μετάφραση: ομοφυλόφιλος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wesoły, gej, radosny, homoseksualista, rozpustny, bezmyślny, żywy, homoseksualny, pedał, gejem, gejów
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομοφυλόφιλος
ομοφυλόφιλος γεννιέσαι ή γίνεσαι, ομοφυλόφιλος γκέι, ομοφυλόφιλος γκέι ομοφυλοφιλία, ομοφυλόφιλος βελουχιώτης, ομοφυλόφιλος πατέρας, ομοφυλόφιλος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ομοφυλόφιλος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ομοσπονδιακός στα πολωνικά - federacyjny, rządowy, federalny, związkowy, federalnego, federalne, federalnym, ...
- ομοφυλοφιλία στα πολωνικά - homoseksualizm, homoseksualizmu, homoseksualność, homoseksualizmowi, homoseksualności
- ομοφωνία στα πολωνικά - konsensus, zgoda, jednomyślność, jednomyślności, jednomyślnie, zasadę jednomyślności
- ομπρέλα στα πολωνικά - parasol, dzwon, parasolka, umbrella, parasolem, parasola
Τυχαίες λέξεις
Ομοφυλόφιλος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wesoły, gej, radosny, homoseksualista, rozpustny, bezmyślny, żywy, homoseksualny, pedał, gejem, gejów
Μεταφράσεις: wesoły, gej, radosny, homoseksualista, rozpustny, bezmyślny, żywy, homoseksualny, pedał, gejem, gejów