Wezwać στα ελληνικά

Μετάφραση: wezwać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τηλεφωνώ, καλώ, προσπάθεια, απόπειρα, κλήση, πρόσκληση, κλήσης, πρόσκλησης, κλήσεων
Wezwać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • breloczek στα ελληνικά - μικρό, μικρές, μικρή, μικρά, μικρών
  • deklamować στα ελληνικά - δημηγορώ, ρητορεύω, ρητορική διακήρυξη, διαλαλεί, μια ρητορική διακήρυξη
  • emancypować στα ελληνικά - απελευθερώνω, χειραφετώ, χειραφετηθεί, χειραφετηθούν, απελευθερώσεις τις, χειραφετήσει
  • fumigacja στα ελληνικά - υποκαπνισμός, υποκαπνισμό, υποκαπνισμού, κάπνιση, καπνισμό
Τυχαίες λέξεις
Wezwać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τηλεφωνώ, καλώ, προσπάθεια, απόπειρα, κλήση, πρόσκληση, κλήσης, πρόσκλησης, κλήσεων