Wkład στα ελληνικά
Μετάφραση: wkład, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμβολή, ενεργητικό, κεφάλαιο, ίζημα, επαναθέτω, πάσσαλος, προσχώνω, συνεισφορά, συνεισφοράς, εισφορά, συμβολής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cytryna στα ελληνικά - λεμόνι, λεμονιού, λεμονιών, λεμονιές, το λεμόνι
- dorsz στα ελληνικά - βακαλάος, μπακαλιάρος, γάδου, γάδο, του γάδου
- heterodoksyjny στα ελληνικά - ετερόδοξος, ετεροδόξων, ετεροδόξους, ετερόδοξοι, ετερόδοξες
- histologia στα ελληνικά - ιστολογία, Ιστολογίας, ιστολογική εξέταση, Η ιστολογική εξέταση, Η ιστολογία
Τυχαίες λέξεις
Wkład στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμβολή, ενεργητικό, κεφάλαιο, ίζημα, επαναθέτω, πάσσαλος, προσχώνω, συνεισφορά, συνεισφοράς, εισφορά, συμβολής
Μεταφράσεις: συμβολή, ενεργητικό, κεφάλαιο, ίζημα, επαναθέτω, πάσσαλος, προσχώνω, συνεισφορά, συνεισφοράς, εισφορά, συμβολής