Wolnocłowy στα ελληνικά
Μετάφραση: wolnocłowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσάμπα, δωρεάν, αυτεξούσιος, αφορολόγητων, αφορολογήτων, αδασμολόγητη, αφορολόγητων ειδών, χωρίς δασμούς
Μεταφράσεις
- anonim στα ελληνικά - anonym
- dobitny στα ελληνικά - εκφραστικός, δυνατός, εμφατικός, εμφατική, εμφατικό, έμφαση, κατηγορηματική
- erudyta στα ελληνικά - πολυμαθής, λόγιος, περισπούδαστου, λόγιου, εμβριθής, πολυμαθείς
- gogle στα ελληνικά - γυαλιά, Goggles, Προστατευτικά γυαλιά, Γυαλάκια, του Goggles
Τυχαίες λέξεις
Wolnocłowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσάμπα, δωρεάν, αυτεξούσιος, αφορολόγητων, αφορολογήτων, αδασμολόγητη, αφορολόγητων ειδών, χωρίς δασμούς
Μεταφράσεις: τσάμπα, δωρεάν, αυτεξούσιος, αφορολόγητων, αφορολογήτων, αδασμολόγητη, αφορολόγητων ειδών, χωρίς δασμούς