Wolny στα ελληνικά

Μετάφραση: wolny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαλλαγμένος, εγκαινιάζω, κενός, μακριά, ανοιχτός, αυτεξούσιος, μονός, αργόσχολος, ανοικτός, βραδύς, εναργής, ανύπαντρος, άδειος, διαυγής, τσάμπα, ανοίγω, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
Wolny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • deifikować στα ελληνικά - αποθεώνω, θεοποιώ, θεοποιούν, θεοποιήσουν, θεοποιεί
  • deuteron στα ελληνικά - dEUTERON, ονομασία DEUTERON, εμπορική ονομασία DEUTERON, την εμπορική ονομασία DEUTERON
  • ekslibris στα ελληνικά - ex-libris
  • faktycznie στα ελληνικά - ουσιαστικό, πράγματι, πραγματικά, ουσιαστικά, σχεδόν, πραγματικότητα, στην πραγματικότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Wolny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαλλαγμένος, εγκαινιάζω, κενός, μακριά, ανοιχτός, αυτεξούσιος, μονός, αργόσχολος, ανοικτός, βραδύς, εναργής, ανύπαντρος, άδειος, διαυγής, τσάμπα, ανοίγω, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης